PDF Print E-mail

Απόστολος Λ. Πιερρής

Χρονολόγιο Πρώιμης Φιλοσοφίας

Αρχαική Εποχή

 



Στο προηγούμενο Κείμενο Σκέψεως ανέπτυξα τη λογική διάρθρωση της πρώτιστης χρονολογικής ακολουθίας του νεοαναδυθέντος Λόγου του Όντος στο Ιωνικό Τρίγωνο κατά τη διάρκεια του δημιουργικού 6ου αιώνα π.Χ. Το χρονολόγιο της πρώτης αυτής ανάπτυξης έχει ως εξής:

1/  Θαλής: ήκμαζε το 582/1 π.Χ.
«καὶ πρῶτος σοφὸς ὠνομάσθη (sc. ὁ Θαλῆς) ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου, καθ᾿ ὃν καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ ἐκλήθησαν, ὥς φησι Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐν τῇ τῶν Ἀρχόντων Ἀναγραφῇ [FGrH 228 F1 = Fr. 149 Wehrli]». Διογένης Λαέρτιος, Ι, 22. (Είχε προβλέψει (DK11 A5) έκλειψη ηλίου που κατά τους αστρονικούς υπολογισμούς συνέβη στις 28 Μαΐου 585 π.Χ.).

2/ Αναξίμανδρος: ακμή (κατά τις αρχαίες νόρμες στην ηλικία των 40 ετών) το 571/0 π.Χ.
«τῶν δὲ ἀρεσκόντων αὐτῷ πεποίηται (sc. ὁ Ἀναξίμανδρος) κεφαλαιώδη τὴν ἔκθεσιν, ᾗ που περιέτυχεν καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος· ὃς καί φησιν αὐτὸν ἐν τοῖς Χρονικοῖς [FGrH 244 F29] τῷ δευτέρῳ ἔτει τῆς πεντηκοστῆς Ὀλυμπιάδος [546/6 π.Χ.] ἐτῶν εἶναι ἑξήκοντα τεττάρων καὶ μετ᾿ ὀλίγον τελευτῆσαι». Διογένης Λαέρτιος, ΙΙ, 2.
Το πιθανότερο είναι ο Απολλόδωρος να είχε βρει τον χρονικό προσδιορισμό της ζωής του Αναξιμάνδρου στο ίδιο το βιβλίο του τελευταίου όπου έκανε κεφαλαιώδη έκθεση των θεωριών του.

3/ Αναξιμένης: ακμή 40 ετών («ἐγνωρίζετο») 546/5 π.Χ.
«καὶ γεγένηται μέν, καθά φησιν Ἀπολλόδωρος [FrGrH 244 F66] <ἐν τῇ νε´ ὀλυμπιάδι [560/57 π.Χ.], ἐγνωρίζετο δὲ> περὶ τὴν Σάρδεων ἅλωσιν [546/5 π.Χ.], ἐτελεύτησε δὲ τῇ ἑξηκοστῇ τρίτῃ ὀλυμπιάδι [528/5 π.Χ.]». Διογένης Λαέρτιος, ΙΙ, 3. (Την προσθήκη κάνω ως απαραίτητη για τον εναρμονισμό των πηγών και την εύλογη αντιστοίχηση προς σημαντικά ιστορικά γεγονότα). Και συναφώς, στην Σούδα, s.v. Ἀναξιμένης: «γέγονεν ἐν τῇ νε´ ὀλυμπιάδι [560/57 π.Χ.], <ἐγνωρίζετο> ἐν τῇ Σάρδεων ἁλώσει, ὅτε Κῦρος ὁ Πέρσης Κροῖσον κάθεῖλεν [546/5 π.Χ.]». Στα Χρονικά του Ευσέβιου πρέπει επομένως να διορθωθεί: «Ἀναξιμένης φυσικὸς ἐγένετο [αντι: ἐγνωρίζετο], Ὀλυμπιὰς 55, 4 [557/6 π.Χ. Το έτος 55,1 = 560/59 π.Χ. συνέβη η αρχή της βασιλείας του Κύρου]». DK 13 A3.



4/ Πυθαγόρας: ακμή 532/1 π.Χ.
«γεγονότα δ᾿ ἐτῶν τεσσαράκοντα, φηςὶν ὁ Ἀριστόξενος [Fr. 16 Wehrli], καὶ ὁρῶντα τὴν τοῦ Πολυκράτους τυραννίδα συντονωτέραν οὖσαν <ἢ> ὥστε καλῶς ἔχειν ἐλευθέρῳ ἀνδρὶ τὴν ἐπιστατείαν τε καὶ δεσποτείαν [μὴ] ὑπομένειν, οὕτως δὴ τὴν εἰς Ἰταλίαν ἄπαρσιν ποιήσασθαι». Πορφύριος, Βίος Πυθαγόρου, 9.
Η έλευση του Πυθαγόρα στην Κάτω Ιταλία (κυρίως Κρότωνα και Σύβαρη) συνέβη επί της 62ης Ολυμπιάδος (532/1 π.Χ.):
nam quartum iam annum regnante Lucio Tarquinio Superbo Sybarim et Crotonem et in eas Italiae partis Pythagoras venisse reperitur; olympias enim secunda et sexagesima eadem Superbi regni initium et Pythagorae declarat adventum”. Cicero, De re publica, II 28-29.
Σε αυτό το έτος τοποθετεί ο Αριστόξενος (και συνωδά ο Απολλόδωρος, cf. F. Jacoby, Apollodor’s Chronik, 218) την ακμή του Πυθαγόρα. Τότε άρχισε και η πλήρης μονοκρατορία του Πολυκράτη στη Σάμο, μετά μια εξαετή περίοδο τριπλής συντυραννίας με τους αδελφούς του.
Η κύρια ομάδα μαρτυριών περί της ακμής του Πυθαγόρα συμπίπτει σε αυτή τη χρονολόγηση. Διόδωρος, Χ, 3: «ὅτι ἐπ᾿ ἄρχοντος Ἀθήνησι Θηρικλέους [533/2 π.Χ.] κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν πρώτην Ὀλυμπιάδα [536-532 π.Χ.] Πυθαγόρας ὁ φιλόσοφος ἐγνωρίζετο, προκεκοφὼς ἤδη ἐν παιδείᾳ». Cf. Κλήμης Ἀλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, Ι p. 302B. Διογένης Λαέρτιος, VIII, 45: (ὁ Πυθαγόρας) ἤκμαζε κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν Ὀλυμπιάδα [540-536 π.Χ.], καὶ αὐτοῦ τὸ σύστημα διέμενε μέχρι γενεῶν ἐννέα ἢ καὶ δέκα. τελευταῖοι γὰρ ἐγένοντο τῶν Πυθαγορείων, οὓς καὶ Ἀριστόξενος εἶδε, Ξενόφιλος τε ὁ Χαλκιδεὺς ἀπὸ Θρᾴκης καὶ Φάντων ὁ Φλιάσιος καὶ Ἐχεκράτης καὶ Διοκλῆς καὶ Πολύμναστος Φλιάσιοι καὶ αὐτοί. ἦσαν δ᾿ ἀκροαταὶ Φιλολάου καὶ Εὐρύτου τῶν Ταραντίνων.
Μια εναλλακτική υψηλότερη χρονολόγηση του Πυθαγόρα βασίζεται στη λανθασμένη (αν και με Ερατοσθένεια κύρωση και, δευτερευόντως, επίσης του Αντιλόχου, Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, Ι, p. 306) ταύτιση του φιλοσόφου με τον πύκτην της 48ης Ολυμπιάδος [588 π.Χ.]. V. Διογένης Λαέρτιος VIII, 47. Τὰ πατρωνυμικὰ τῶν δύο αὐτῶν Πυθαγόρων εἶναι διαφορετικά: Ἐρατοκλέους ὁ πύκτης (Διογένης Λαέρτιος, VIII, 49), Μνησάρχου ὁ φιλόσοφος (ἤδη κατὰ τὸν Ἡράκλειτον).

5/ Ηράκλειτος: ακμή 504-501 π.Χ.
«οὗτος ἤκμαζε μὲν κατὰ τὴν ἐνάτην καὶ ἑξηκοστὴν Ὀλυμπιάδα [504-500 π.Χ.]. Διογένης Λαέρτιος, ΙΧ, 1. (Cf. Σούδα s.v.).